ΑΡΧΙΚΗ / ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ / ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ / Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ
Η Πεντηκοστή
‘Η Τρίτη εμφάνησις (ή φάσις) τής ’Εκκλησίας.
«Καί έσται εν ταίς εσχάταις ημέραις, λέγει ο Θεός εκχεώ από του Πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα, καί προφητεύουσιν οι υιοί καί αι θυγατέρες υμών…καί οράσεις όψονται…» (Πράξ. Β΄, 17), (’Ιωήλ Β΄, 28).
«‘Υμείς δέ βαπτισθήσεσθε εν Πνεύματι ‘Αγίω ου μετά πολλάς ταύτας ημέρας» (Πράξ. Α΄, 5).
Καί ιδού εγώ αποστέλλω τήν επαγγελίαν τού Πατρός μου εφ’ υμάς, υμείς δέ καθίσατε εν τή πόλει ‘Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους» (Λουκ. ΚΔ΄, 49).
«ίνα…γένησθε θείας κοινωνοί φύσεως» (Β΄ Πέτρ. Α΄, 4)
’Επειδή δι’ ημάς τούς ανθρώπους η ’Εκκλησία έγινεν γνωστή κατά τήν ημέραν τής Πεντηκοστής εις τό υπερώον τής ‘Ιερουσαλήμ δι’ αυτό κρίνεται σκόπιμον όπως γίνη αναφορά εις τήν τρίτην αυτήν «φάσιν» ή εμφάνισιν τής ’Εκκλησίας.
‘Η τρίτη αυτή ενέργεια ή εμφάνισις της ’Εκκλησίας σκοπόν ειχεν τήν επανένωσιν του Θεού μετά της εκπεσούσης «εκκλησίας» ή του ανθρώπου, κατόπιν της παραβάσεώς του, καί της εξορίας του.
Εις τήν Δευτέραν «φάσιν» ή ενέργειαν ο Θεός συμπεριέλαβεν εις τήν ’Εκκλησίαν Του καί τούς πρωτοπλάστους όταν ευρίσκοντο εις τόν παράδεισον.
‘Ο εχθρός όμως του ανθρώπου, ο διάβολος, διά του όφεως τόν επλάνησεν καί παρέβη τήν εντολήν του Θεου καί ούτω εχωρίσθη η ψυχή του από Αυτόν. Αυτός ειναι ο πρώτος θάνατος του ανθρώπου. Θάνατος ψυχής λοιπόν ίσον χωρισμός από τόν Θεόν, καί εκδίωξις εκ της ’Εκκλησίας Του.
‘Η εκπεσούσα ανθρώπινος φύσις των ’Αδάμ, Εύας ’Αβελ, Νώε, ’Αβραάμ, ’Ισαάκ, ’Ιακώβ, Δικαίων, Πατριαρχών, προφητών, Μελχισεδέκ, κ.λπ. περιεπλανάτο, εις τόν κόσμον αυτόν. Αυτή ειναι η εκπεσούσα εκκλησία καθώς ψάλεται εις τήν υμνολογίαν¨ «’Ελευθέρα μέν η κτίσις γνωρίζεται…η πρίν τάλαινα τών εθνών παγκληρία», (καταβασία τής εορτής τών Θεοφανείων).
‘Ο Θεός όμως εν τώ απείρω αυτού ελέει «μή θέλων τόν θάνατον τού αμαρτωλού ως τού επιστρέψαι καί ζείν αυτόν», έδωσε τήν ευκαιρίαν εις τόν εκπεσόντα άνθρωπον (τήν ανθρωπότητα) νά μετανοήση καί επιστρέψη πρός Αυτόν.
Δι’αυτό ενηνθρώπησε καί έγινεν Θεάνθρωπος, διά τήν αποκατάστασιν τής εκπεσούσης εκκλησίας, διά νά γίνη ο άνθρωπος Θεός κατά χάριν.
‘΄Ολον αυτό τό Μυστήριον τής ’Ενανθρωπίσεως, τού Υιού καί Λόγου τού Θεού, η Γέννησις, η Βάπτισις, τά Θαύματα, τό Κήρυγμα, τά Πάθη, η Σταύρωσις, ο Θάνατος, η ’Ανάστασις, η ’Ανάληψις ολοκληρούται καί τελειούται κατά τήν ημέραν τής Πεντηκοστής κατά τήν οποίαν αποκαλύπτεται, η ’Εκκλησία εν τώ κόσμω πρός οριστικήν πλέον συμφιλίωσιν καί ένωσιν Θεού καί ανθρώπου.
’΄Ελαβεν τήν ανθρώπινον φύσιν –σάρκα- καί εθέωσεν αυτήν. Καί ως αντάλλαγμα μας έδωσεν το Πανάγιον Πνεύμα ίνα μένη μεθ’ημών αιωνίως, διά νά είμεθα πάντοτε ενσωματωμένοι καί θεοποιημένοι εντός καί διά τής ’Εκκλησίας.
Αυτός ειναι ο τελικός σκοπός τής ιδρύσεως, οικοδομήσεως καί θεμελιώσεως τής ’Εκκλησίας κατά τήν ημέραν τής Πεντηκοστής, ή ΘΕΩΣΙΣ. ‘Η ένωσις ή επανένωσις τού ανθρώπου μετά τού Θεού. ‘Η ενσωμάτωσίς του εις τό Σώμα τού Χριστού, τήν ’Εκκλησίαν.
Εις τόν παράδεισον έγινεν ο χωρισμός ψυχής από Θεού καί επήλθεν ο ψυχικός θάνατος καί η εξορία.
Εις τήν Πεντηκοστήν έγινεν η επανένωσις Θεού μέ τάς ψυχάς καί επήλθεν η ’Ανάστασις τών ψυχών, η ενσωμάτωσις καί η Θέωσις, καί ούτω επετεύχθη, ο τελικός σκοπός τής πλάσεως καί δημιουργίας τού ανθρώπου.
Διά τής Πεντηκοστής ο Θεός μάς έκανε εαυτόν Του, Σώμα Του: «Πάτερ άγιε, τήρησον αυτούς…ίνα ώσιν έν καθώς ημείς», «έν εσμέν» (’Ιωάν. ΙΖ΄, 11), «…‘΄Ινα πάντες έν ώσι, καθώς σύ Πάτερ, εν εμοί κα’γώ εν σοί, ίνα καί αυτοί εν ημίν έν ώσιν…», (’Ιωάν. ΙΖ΄, 21).
‘Η ’Εκκλησία εις τήν πρώτην εμφάνισίν της συμπεριέλαβε ως μέλη της τά δέκα ’Αγγελικά τάγματα, κατά τόν ‘΄Αγιον Διονύσιον τόν ’Αρεοπαγίτην, εκ τών οποίων τό έν εξέπεσεν καί εχωρίσθη όταν ο ‘Εωσφόρος, ο αρχηγός τών ’Αγγέλων, θέλησε νά θέση τόν θρόνον του ίσον μέ τού Θεού όπως αναφέρει ο προφ. ’Ησαίας: «Πώς εξέπεσεν εκ τού ουρανού ο εωσφόρος…συνετρίβη εις τήν γήν…είπεν εν τή διανοία του…αναβήσομαι επάνω τών αστέρων τού ουρανού θήσω τόν θρόνον μου…έσομαι όμοιος τώ υψίστω. Νύν δέ εις τόν άδην καταβήση καί εις τά θεμέλια τής γής», (’Ησαίας ΙΔ’, 12-15), καί ο Χριστός βεβαιώνει: «εθεώρουν τόν σατανάν ως αστραπήν εκ τού ουρανού πεσόντα», (Λουκ. Ι΄, 18).
Περί των αγγέλων μάς λέγει ο Θεός εις τόν ’Ιώβ: «ότε εγενήθησαν άστρα, ήνεσάν με φωνή μεγάλη πάντες άγγελοί μου», (’Ιώβ ΛΗ΄, 7). ’Απόδειξις ότι οι άγγελοι προuπήρχον τής δημιουργίας τού κόσμου τούτου.
’Εξέπεσεν ο ‘Εωσφόρος καί τό ένα τάγμα μαζί του διότι οι άγγελοι ήσαν τρεπτοί, (άν μέν ήθελον έμενον άγγελοι, άν δέν ήθελον όχι), καί ούτω παρέσυρεν καί ένα τάγμα αγγέλων. Κατά τήν πτώσιν ο ’Αρχάγγελος Μιχαήλ είπεν: «Στώμεν καλώς Στώμεν μετά Φόβου» καί εσταμάτησεν αύτη. Τώρα οι άγγελοι δέν είναι τρεπτοί. Αυτά συνέβησαν εις τήν πρώτην «φάσιν» τής ’Εκκλησίας.