ΑΘΩΝΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Ἡ τοῦ Ἀνθρώπου Ὕπαρξις ἐν Ἀποστολῇ Θεώσεως
Ποιὸς εἶναι ὁ προορισμὸς τῶν λογικῶν κτισμάτων; Ἐὰν εἰς τὰ λογικὰ κτίσματα ὑπάρχει τὸ ΕΙΝΑΙ, δὲν ὑπάρχει ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχε· τὸ ἔχουν ὡς ἀποστολὴν καὶ προορισμόν. Ἡ κτιστὴ φύσις τοῦ Λογικοῦ Ἀνθρώπου ἔχει ὡς ἀποστολὴ τὴν ΘΕΩΣΙΝ: ὁ Ἄνθρωπος νὰ γίνη ὅμοιος κατὰ Χάριν μὲ τὸν ΑΙΤΙΟΝ του, μὲ τὸν ΘΕΟΝ. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέν. Α᾽ 26). Ὁ Θεὸς ὅμως εἶναι Ὁ Ὤν. Αὐτὸς ἔχει τὸ ΕΙΝΑΙ ἐκ φύσεως. Ὁ Ἄνθρωπος ἐὰν δὲν προσβλέπῃ εἰς τὸ ΕΙΝΑΙ δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ ὅμοιος μὲ τὸν Θεόν.
Τὸ κατ’ εἰκόνα τὸ ἔχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Τὸ δὲ καθ’ ὁμοίωσιν μόνον αὐτοὶ ποὺ ὑπήκουσαν εἰς τὸν Θεόν, ποὺ ὑπέταξαν τὸ αὐτεξούσιὸν των εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐταπείνωσαν ἑαυτὸν τῷ πλησίον. Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ ὕπαρξὶς μας εἶναι γι᾽ αὐτὸν τὸν σκοπόν, ἂς φροντίσωμε νὰ τηρήσωμεν αὐτὴν τὴν καθομοιώτητα μὲ τὸ ἀρχέτυπον, μὲ τὸν Θεόν –ἀπὸ ὅπου καὶ τὴν ὕπαρξιν ἐλάβομεν, καὶ τὸ ΕΙΝΑΙ ἔχομεν κατὰ τὴν Αὐτοῦ ἐνέργειαν– τηροῦντες τὰς Θείας Ἐντολὰς καὶ ὅ,τι εἶναι εὐάρεστον εἰς τὸν Θεόν.
Ἀπεναντίας, ὅταν ἐκδηλωνώμαστε διαφορετικά, τότε ξεπέφτομεν ἀπὸ τὴν ἀποστολὴν μας, καὶ ἡ ὕπαρξὶς μας παίρνει πορείαν ἀδιέξοδον καὶ ἔρχεται εἰς θέσιν ματαίαν. Τὸ δὲ αἴτιον τὸ ὁποῖον μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τὸν πνευματικὸν κρημνισμὸν εἶναι ἡ τοῦ ἀνθρώπου θεληματικὴ ἐκδήλωσις, τὸ νὰ κάνῃ ὁ ἄνθρωπος ἄκριτα καὶ ἀδιάκριτα ὅ,τι θέλει. Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀφήνῃ τὴν Ἐλευθερίαν τῆς Βουλήσεως ἀνεξέλεγκτον, αὐτὴ κατακρημνίζει τὸν ἄνθρωπον (ὅπως ὁ ἀφηνιασμένος ἵππος τὸν καβαλάρην του) εἰς κάθε ψυχικὴν παρεκτροπήν. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «παιδεία ἀκάκου γνωρίζεται ὑπὸ τῶν παριόντων, οἱ δὲ μισοῦντες ἐλέγχους τελευτῶσιν αἰσχρῶς» (Παροιμ. Σολ. ΙΕ´ 10), δηλαδή, καὶ οἱ περαστικοὶ καταλαβαίνουν ὅτι ὁ ἄκακος ἔχει παιδείαν, ἐνῶ ὅσοι μισοῦν τὴν νουθεσίαν καὶ τὴν διόρθωσιν ἔχουν αἰσχρὸν τέλος.
Χρειάζεται λοιπὸν ὁ λογικὸς ἄνθρωπος ὅλην του τὴν σπουδὴν διὰ νὰ ἐπιφέρῃ ὅλον του τὸν ἀγῶνα κατὰ τῆς ἰδίας αὐτοῦ θελήσεως, καὶ νὰ μὴν τῆς δίνῃ καθολικὴν καὶ ἀσύδοτον ἐλευθερίαν. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «ὁδοὺς δικαίας ζωῆς φυλάσσει παιδεία, παιδεία δὲ ἀνεξέλεγκτος πλανᾶται» (Παροιμ. Σολ. Ι´ 17), δηλαδή, ἡ παίδευσις εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία ἐξασφαλίζει τὸν δίκαιον τρόπον ζωῆς, ἐνῶ ἡ ἀχαλίνωτος παιδεία φέρει ἀσταθῆ καὶ ψευδῆ ζωήν.
Διὰ νὰ εἶναι ἀσφαλὴς ὁ ἄνθρωπος, πρέπει τὴν ἀτομικὴν του ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ νὰ τὴν στοιχίσῃ, νὰ τὴν εὐθυγραμμίσῃ, μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν δύναται νὰ τὸ κατορθώσῃ μόνος του. Χρειάζεται πνευματικὸν ὁδηγόν, ὁ ὁποῖος νὰ τὸν στοιχειώσῃ, νὰ τοῦ ἐμφυτεύσῃ στοιχεῖα φόβου Θεοῦ, συνέσεως καὶ σοφίας. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «Ὁ ἀγαπῶν παιδείαν, ἀγαπᾷ αἴσθησιν, ὁ δὲ μισῶν ἐλέγχους ἄφρων» (Παροιμ. Σολ. ΙΒ´ 1), δηλαδή, ὅποιος ἀγαπᾶ νὰ τὸν νουθετοῦν καὶ νὰ τὸν διορθώνουν, αὐτὸς πραγματικὰ ἀγαπᾶ τὴν σοφίαν καὶ εἶναι λογικός, ἐνῶ ὅποιος μισεῖ νὰ τὸν ἐλέγχουν εἶναι ἀνόητος. Καὶ πάλιν λέγει ἡ Γραφή: «οἷς μὴ ὑπάρχει κυβέρνησις, πίπτουσιν ὥπερ φύλλα, σωτηρία δὲ ὑπάρχει ἐν πολλῇ βουλῇ» (Παροιμ. Σολ. ΙΑ´ 14), δηλαδή, αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν καθοδήγησιν πέφτουν ὅπως τὰ φύλλα, ἐνῶ ἀσφάλεια ὑπάρχει ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει πλῆθος συμβούλων.
Διὰ νὰ ἔχουν ὤφελος ἀπὸ τὴν ὕπαρξίν των τὰ λογικὰ κτίσματα καὶ νὰ μὴν ζοῦν ματαίως πρέπει νὰ ὑπολογίζουν σοβαρὰ τὸ ΕΙΝΑΙ τους, τὴν ὕπαρξίν τους, καὶ νὰ προσανατολίζωνται εἰς τὴν πηγὴν τῆς ὑπάρξεώς των, πρὸς τὸ ἀεὶ ΕΙΝΑΙ, τὸν Θεόν, διὰ νὰ ἐξασφαλίσουν καὶ τὸ ἀεὶ εὖ ΕΙΝΑΙ, τὴν αἰωνίαν μακαριότητα. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «δράξασθε παιδείας, μήποτε ὀργισθῇ Κύριος καὶ ἀπολεῖσθε ἐξ ὁδοῦ δικαίας. Ὅταν ἐκκαυθῇ ἐν τάχει ὁ θυμὸς αὐτοῦ, μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῷ» (Ψαλμ. Β´ 12-13), δηλαδή, ἐπιμεληθεῖτε τὰς Ἐντολάς, φροντίσετε μὲ παίδευσιν τὴν ψυχὴν σας, διότι θὰ ὀργισθῇ ἐναντίον σας ὁ Κύριος, ὁ πάροχος τῆς ὑπάρξεώς σας, καὶ θὰ χαθῆτε ἀπὸ τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν. Τὴν Ἡμέραν ἐκείνην τὴν φοβεράν, ὅταν ἀνάψῃ ἀπότομα ὡς πυρκαγιὰ ὁ Θυμὸς τοῦ Θεοῦ, μακάριοι θὰ εἶναι ὅσοι τὸν εἶχον πιστεύσει καὶ εἶχον ἐμπιστευθῆ τὴν ζωὴν των εἰς Αὐτόν.
Μ. Π.